Ανθεκτικότητα και σταθερότητα δείχνει η Ελλάδα στις ψηφιακές υποδομές
Σύμφωνα με τη μελέτη που αποτυπώνει το ΕΥ European Investment Monitor της ΕΥ, η Ελλάδα, ως επενδυτικός προορισμός, δείχνει ανθεκτικότητα και σταθερότητα στον τομέα των ψηφιακών υποδομών αφού το 2021 ήταν η δεύτερη καλύτερη χρονιά ως προς τον αριθμό των άμεσων ξένων επενδύσεων, ενώ, ταυτόχρονα, συνεχίστηκε η βελτίωση της ποιοτικής σύνθεσης των επενδύσεων.
Υπάρχει επίσης σαφής στροφή προς επενδύσεις με υψηλότερη προστιθέμενη αξία και έμφαση σε τομείς της οικονομίας όπου η Ελλάδα έχει σημαντικό συγκριτικό πλεονέκτημα, όπως τα αγροδιατροφικά προϊόντα, οι μεταφορές τα logistics, τα λογισμικά και τις υπηρεσίες πληροφορικής, που απορρόφησαν συνολικά 57 % των επενδύσεων. Με βάση το είδος της δραστηριότητας, το 30% των Άμεσων Ξένων Επενδύσεων (ΑΞΕ) στην Ελλάδα, αφορά επενδύσεις σε εταιρικά κεντρικά γραφεία και ακολουθούν η μεταποίηση (20%) και οι δραστηριότητες logistics (17%). Αυτή η βελτίωση της ποιοτικής σύνθεσης των επενδύσεων είναι ίσως εξίσου σημαντική με την αύξηση του απόλυτου αριθμού έργων, καθώς συμβάλλει στον μετασχηματισμό της οικονομίας και τον επαναπροσανατολισμό της σε νέες δυναμικές δραστηριότητες.
Πρόβλεψη Βελτίωσης της Ελκυστικότητας της χώρας την επόμενη τριετία
Όπως βλέπουμε οι τρεις στους τέσσερις επενδυτές πιστεύουν η Ελλάδα θα γίνει πιο ελκυστική για επενδύσεις την επόμενη τριετία. Οι επενδυτές επίσης εκτιμούν ότι, για να βελτιώσει τη θέση της, η Ελλάδα και πρέπει να επικεντρωθεί στη βελτίωση του εκπαιδευτικού συστήματος και των δεξιοτήτων του ανθρώπινου δυναμικού (40%), την υποστήριξη των κλάδων της καινοτομίας και της υψηλής τεχνολογίας (37%), τη μείωση της φορολογίας (33%) και την ενίσχυση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων (27%).Παράλληλα, το ποσοστό των εταιρειών που σχεδιάζουν να επενδύσουν ή να επεκτείνουν τις δραστηριότητές τους στην Ελλάδα έφτασε το 37% από 34% πέρυσι και 28% το 2020.
Τέλος, όσο αφορά τον αντίποδα, λιγότερο ελκυστικά στοιχεία αναδεικνύονται η ευελιξία της εργατικής νομοθεσίας (46%), η γεωπολιτική θέση της χώρας (47%), το εκπαιδευτικό σύστημα (48%) και η πρόσβαση σε χρηματοδότηση και σε διαθεσιμότητα κεφαλαίων (48%).